HOMO GRAECUS
Μερικοί σκόρπιοι στίχοι από διάφορα ποιήματα του κυρίου Νίκου Καρούζου:
«Κάθε πότε ν’ αλλάζουν άραγες οι θεοί
μπαταρίες στο φεγγαράκι;»
«Φεγγάρι μου στη σκοτεινιά ζεστό βυζί της νύχτας»
«Ο ήλιος είναι τ’ ουρανού κ’ η σκέψη του ανθρώπου»
«Στα μοναστήρια κατοικίδιος ο θάνατος ---
καθώς τ’ απόμακρα των λουόμενων θαλασσόλογα»
«— φαντάζεσαι τώρα μια τίγρη να θυμιατίζει
(εννοώ μια τίγρη πραγματική)»
«Σαν το άλογο στο σκάκι
την ευθεία πάντα την απεχθάνομαι.
Σαν το άλογο στο σκάκι
τη Φύση το Νου και τη Τύχη
μέσ’ στα έγκατα θα αισθάνομαι.
Μικροί κι αόρατοι πηδηχτοί των φυλλωμάτων ήχοι».
«Μην τα βάλεις με τη πλάνη — σε εξορκίζω —
θαν τα βάλεις έτσι και με την αλήθεια
τη μάνα της τη μπελαλού».
«2. Το καθαρόαιμο αριστούργημα
ή εκείνη η γυναίκα
βαδίζοντας στον δρόμο ωσάν
λήκηθος.
3. Τέσσερα πέντε έξι εφτά
οχτώ εννέα δέκα».
«Κάθε πότε ν’ αλλάζουν άραγες οι θεοί
μπαταρίες στο φεγγαράκι;»
«Φεγγάρι μου στη σκοτεινιά ζεστό βυζί της νύχτας»
«Ο ήλιος είναι τ’ ουρανού κ’ η σκέψη του ανθρώπου»
«Στα μοναστήρια κατοικίδιος ο θάνατος ---
καθώς τ’ απόμακρα των λουόμενων θαλασσόλογα»
«— φαντάζεσαι τώρα μια τίγρη να θυμιατίζει
(εννοώ μια τίγρη πραγματική)»
«Σαν το άλογο στο σκάκι
την ευθεία πάντα την απεχθάνομαι.
Σαν το άλογο στο σκάκι
τη Φύση το Νου και τη Τύχη
μέσ’ στα έγκατα θα αισθάνομαι.
Μικροί κι αόρατοι πηδηχτοί των φυλλωμάτων ήχοι».
«Μην τα βάλεις με τη πλάνη — σε εξορκίζω —
θαν τα βάλεις έτσι και με την αλήθεια
τη μάνα της τη μπελαλού».
«2. Το καθαρόαιμο αριστούργημα
ή εκείνη η γυναίκα
βαδίζοντας στον δρόμο ωσάν
λήκηθος.
3. Τέσσερα πέντε έξι εφτά
οχτώ εννέα δέκα».
Κι ένα ολόκληρο:
HOMO GRAECUS
Δύναμαι τ’ άστρα της θωριάς και τ΄ άστρα του θανάτου.
Τρία υπομένω γιατρικά τρία σακατηλίκια
τρεις είν’ οι λάμψεις του φιδιού και τρεις οι περιστέρες:
μια το μυαλό μια η ζωή και μια ο έρμος κόσμος.
Τριάντα μέρες έσκαβα τη γη με το βελόνι,
Βρήκα τ’ αθάνατο νερό τη δίψα να πυργώνει.
Κ’ είπα και χασμουρήθηκα πριχού να κλώσει ο ήλιος:
— Ο χώρος είν’ αγκάλιασμα κι ο χρόνος λεφτοκάρυ
κι ο έρωτας γλυκό φιλί σε κρεμμυδένιο χείλι. —
Σαρανταβέργινο κλουβί ο κόσμος που με ζώνει
Τρία υπομένω γιατρικά τρία σακατηλίκια
τρεις είν’ οι λάμψεις του φιδιού και τρεις οι περιστέρες:
μια το μυαλό μια η ζωή και μια ο έρμος κόσμος.
Τριάντα μέρες έσκαβα τη γη με το βελόνι,
Βρήκα τ’ αθάνατο νερό τη δίψα να πυργώνει.
Κ’ είπα και χασμουρήθηκα πριχού να κλώσει ο ήλιος:
— Ο χώρος είν’ αγκάλιασμα κι ο χρόνος λεφτοκάρυ
κι ο έρωτας γλυκό φιλί σε κρεμμυδένιο χείλι. —
Σαρανταβέργινο κλουβί ο κόσμος που με ζώνει
--- σχεδόν Τα Τείχη.
Σελ. 294, ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Β΄ (1979-1991)
Εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ ISBN 960-7233-51-4
λεφτοκαριάν εφύτεψα στης φυλακής την πόρτα
και λεφτοκάριν έφαγα και λευτεριά δεν είδα
(δημ. τραγ.)
Ετικέτες Νίκος Καρούζος
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home