Παρασκευή, Αυγούστου 17, 2007

«Συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου»
Essen-Düsseldorf 16. August 2007

Τα βραβεία πρέπει να τα παίρνουν νέοι
Συνέντευξη: Άννα Γριμάνη

Τι σημαίνει για έναν δημιουργό η απονομή ενός κρατικού βραβείου;
Είναι μια εκδήλωση, νομίζω, αναγνώρισης ενός πνευματικού έργου από την πολιτεία. Πιστεύω όμως ότι τα κρατικά βραβεία θα έπρεπε να δίνονται σε αξιόλογους νέους. Για να ενθαρρύνονται στη δημιουργική τους πορεία. Δηλαδή, η βράβευση των πνευματικών δημιουργών θα έλεγα ότι πρέπει ν’ αντιστοιχεί στο βάπτισμα και να μην είναι επικήδειος.
[...]
Παρ’ όλα αυτά ο μοναχικός βίος του ποιητή ανταμείβεται;
Η τιμή και η ανταμοιβή του ποιητή είναι οι αναγνώστες. Κι όσο πιο αξιόλογοι είναι, τόσο η τιμή είναι μεγαλύτερη...

Σε μια στιγμή σαν αυτή θα σας ζητούσα έναν τάχιστο απολογισμό της ποιητικής σοδειάς τόσων χρώνων...
Καλά τα πήγα. Θέλω όμως να γίνομαι πάντοτε καλύτερος. Να μου ευχηθείς ολίγα χρόνια ακόμη... για να γίνω καλύτερος.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα 24 Ώρες, 19 Οκτωβρίου 1988.
Σελίδα 210 από το βιβλίο «Συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου» εκδόσεις Ίκαρος 2002, ISBN 960-7721-80-2
Η «Νεολιθική Νυχτωδία στην Κροστάνδη» (από τις εκδόσεις Απόπειρα) το δέκατο όγδοο βιβλίο του, τιμάται με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης. Ο ποιητής πέθανε στην Αθήνα δύο χρόνια μετά.
Düsseldorf Hauptbahnhof 9. August 2007

Πέντε μέρες αργότερα σε άλλη συνέντευξη
... υπάρχουν κήποι, υπάρχουν και γλάστρες
Συνέντευξη: Μικέλα Χαρτουλάρη

Ποιους ποιητές αγαπάτε;
Ο Picasso, λίγο καιρό προτού να πεθάνει, είχε αποκαλέσει τον εαυτό του σαν ζωγράφο «δημόσιο ψυχαγωγό» σε σύγκριση με τους μεγάλους ζωγράφους του παρελθόντος.
Αυτή η αυτοκριτική του Picasso δείχνει τον απέραντο σεβασμό που είχε για την τέχνη. Ο πραγματικός καλλιτέχνης είναι αυστηρότατος με τον εαυτό του, ξέρει να συνειδητοποιήσει πόσο υψηλή είναι της ποιήσεως η σκάλα, όπως λέει ο Καβάφης. Επομένως, ας μου επιτραπεί να αγαπάω τους ποιητές μας του παρελθόντος, τους ολίγους αληθινά μεγάλους.

Διαβάζετε ωστόσο και τους νέους ποιητές που εμφανίζονται;
Βέβαια. Όσα ποιητικά βιβλία μου στέλνουν οι νέοι τα διαβάζω και εντοπίζω μερικές παρουσίες ελπιδοφόρες.

Ανθεί δηλαδή, κατά τη γνώμη σας, η ποίηση στη Ελλάδα;
Υπάρχουν κήποι φανταχτεροί με θαυμάσια λουλούδια και υπάρχουν, βέβαια, και γλάστρες. Διαλέγετε και παίρνετε.
[...]
Αλλά αυτό που με ενδιαφέρει εμένα είναι να γράφεται καλή ποίηση. Οι αναγνώστες βρίσκονται κάποτε.

Τι θέση καταλαμβάνει στο σύνολο του έργου σας το συνθετικό ποίημά σας «Νεολιθική Νυχτωδία στην Κροστάνδη», που βραβεύτηκε;
Είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, ένα από τα σημαντικότερα έργα που έγραψα.
[...]
Το δικό μου μυστικό είναι ο τρόπος που επεξεργάζομαι στα ποιήματα τις λεκτικές αλληλουχίες. Αλλά αυτό είναι ένα μυστικό που δεν έχει συγκεκριμένη περιγραφή. Όταν πεθάνω θα λήξει και ο λεκτικός μου μηχανισμός για πάντα.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Τα Νέα, 24 Οκτωβρίου 1988.
Σελίδα 203 από το βιβλίο «Συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου» εκδόσεις Ίκαρος 2002, ISBN 960-7721-80-2
Ο ποιητής πέθανε στην Αθήνα δύο χρόνια μετά.

Ο ποιητής είναι θυσιασμένος εδώ στην Ελλάδα
Συνέντευξη: Βασίλης Καββαθάς
Σε μια συνέντευξή σας στον Άρη Σκιαδόπουλο, που δημοσιεύτηκε στον Τχυδρόμο, είχατε πει ότι γεννηθήκατε θυσιασμένος. Τι εννοούσατε;
Ναι, το είχα πει, αλλά να ξαναλέμε τώρα σπαρακτικά πράγματα; Ήθελα να πω ότι η ποιηση στην Ελλάδα δεν είχε και δεν έχει τίποτα το σημαντικό σαν ανταπόκριση και μ’ αυτή την έννοια είσαι θυσιασμένος. Ο ποιητής είναι θυσιασμένος εδώ στην Ελλάδα...

Λυπάμαι που σας αναγκάζω εσάς, έναν ποιητή, να μιλάτε πεζά, για πεζά πράγματα θέλω να πω, αλλά με καίει το θέμα της Ελλάδας, όπως κι εσάς. Ποιο σαράκι τρώει τη χώρα μας;
Δεν αγαπιούνται μεταξύ τους οι Έλληνες, ανέκαθεν συνέβαινε αυτό. Από την αρχαιότητα. Και νομίζω ότι οφείλεται αυτό σε παράγοντες κοινωνικοοικονομικούς. Ίσως να υπάρχουν και φυλετικά αίτια.
[...]
Παρουσιάσατε ποτέ την ιδιότητα του ποιητή σαν επάγγελμα;
Εγώ έχω γράψει, και θα περιοριστώ σ’ αυτό και μόνο, ότι «Επάγγελμα είναι η ψυχή μου».
[...]
...η μάνα μου έλεγε: «Μεγάλη μπουκιά να τρως, μεγάλη κουβέντα μην λες» Αυτό που μπορεί να κάνει η ποίηση παντού στον κόσμο είναι να εξευγενίσει τους ευαίσθητους σε ευαισθητότερους. Τίποτα άλλο. [...] Καταρχήν η ποίηση είναι μια πολυτέλεια, δεν είναι καν καθημερινής χρήσης. Σας ακούω...

Εσείς δηλαδή ζήσατε σε μια πολυτέλεια;
Α, βέβαια, εγώ έχω ζήσει μέσα στην ποίηση όλη μου τη ζωή και έχω ζήσει με μεγάλη πολυτέλεια. Βέβαια. Πολυτελέστατα! Και παρακαλώ να το γράψετε. Η ζωή μου με την ποίηση υπήρξε πολυτελέστατη! Να το επαναλάβω: Η ζωή μου με την ποίηση υπήρξε πολυτελέστατη!

Κατά τα άλλα, όμως, πώς ήτανε η ζωή σας μέχρι σήμερα;
Αγώνας, επιβίωση, ανάγκες του σώματος. Αυτό που εκφράζει η λέξη «επιβίωση». Τί τα θέλετε τ’ άλλα. Αυτά θα τα βρούνε οι βιογράφοι μου, δεν είναι της παρούσης ώρας...

Δεν θέλετε να ακουμπήσω καθόλου πάνω στα προσωπικά σας;
Μα πού ν’ ακουμπήσετε, στη βιογραφία μου ν’ ακουμπήσετε; Δεν έχει κανένα νόημα. Το τι υπήρξε η επιβίωσή μου θα το βρουν όσοι πρόκειται να ασχοληθούν με το θέμα της βιογραφίας μου. Δεν είναι για τούτη την ώρα. Δεν έχει και κανένα νόημα. Κουτσομπολιό θα κάνουμε τώρα; Αφού η επιβίωση είναι κουτσομπολίστικη δουλειά. Το τι έφαγε κανείς σήμερα η δεν έφαγε, το τι φοράει η δεν φοράει δεν είναι σοβαρά πράγματα.

Στους στίχους σας μιλάτε πάρα πολύ για το θάνατο. Αυτή η έννοια του θανάτου πόσο πολύ σας έχει απασχολήσει και πως τον αντιμετωπίζετε;
Όλο στα δύσκολα με πάτε. Θα σας απαντήσω και να τα βάλετε αυτά. Είναι ζωντανά. Η αλήθεια είναι ότι ο θάνατος είναι πολύ ζόρικο πράγμα. Να το πω μ’ αυτή τη λαϊκή και εξορκιστική λέξη. Ζόρικο. Και επιπλέον είναι και η αναγωγή των πάντων εκεί... Παρντόν, αναιρείται η έκφραση. Και επιπλέον εκεί γίνεται και η αναγωγή των πάντων. Όλα της ζωής ανήκουν στον θάνατο. Πως να το κάνουμε; Κατά συνέπεια είναι ένα γεγονός που θα συμβεί σε όλους μας, και με απασχολεί, πρέπει να ομολογήσω, πάρα πολύ και σχεδόν ολάκερη τη ζωή μου μ’ απασχόλησε. Και βέβαια είναι και μέσα στην ποίησή μου συνέχεια ο θάνατος. Αν είχα αγιάσει θα είχα τελειώσει με τον θάνατο. Αλλά εκείνοι που αγιάζουν είναι ελάχιστοι και δεν τους ξέρει κανείς. Εγώ είμαι στη κοινωνία, στις αδυναμίες, στις επιθυμίες, στις ορέξεις, και ο θάνατος βιωματικά θα ‘λεγα με λιανίζει.

Προσπαθήσατε ποτέ ν’ αγιάσετε;
Θα σας πω πάλι μια παροιμία που έλεγε η μάνα μου: «Η καλή μέρα φαίνεται από το πρωί». Μια και δεν άγιασα, παρντόν, επανέρχομαι: Μια και δεν άγιασα όταν ήμουνα πιο γερός και πιο έντονος και πιο δημιουργικός, τώρα στα ξεβλάσταρα θ’ αγιάσω; Την ξέρετε τη λέξη αυτή, στην Αργολίδα τη λένε. Ξεβλάσταρα είναι αυτά που βγαίνουν έξω από το φυτό.

Λέτε τότε που ήσαστε γερός, έντονος, δημιουργικός, από τι υποφέρετε, κ. Καρούζο;
Από ύπαρξη! Εάν σας αρκεί αυτό.

Εσάς σας αρκεί;
Μου αρκεί. Λέει πολλά.

Λέτε σ’ ένα σημείο: « Όσο κρατήσει η ζωή κρατεί κι ο θάνατος».
Κρατεί κι ο θάνατος. Δεν το έχω ασυναίρετο. Συνηρημένο «κρατεί κι ο θάνατος». Αυτό θα πει ότι όταν η ζωή τελειώσει έχεις πάψει να έχεις συνείδηση κι επομένως έχει πάψει να υπάρχει και ο θάνατος μέσα στη συνείδηση που έπαψε να υπάρχει. Αυτό είναι όλο.
[...]
Παντρευτήκατε ποτέ; Ζήσατε ποτέ τον μήνα του μέλιτος;
Δύο φορές. Εμένα η ζωή μου είναι συνεχώς μήνας του μέλιτος. Υπήρξε δηλαδή... Ας το διαμορφώσουμε διαφορετικά. Εμένα η ζωή μου ως προς τον έρωτα υπήρξε συνεχώς μήνας του μέλιτος.

Σας άρεσε να ζείτε την αρχή του έρωτα;
Όλα καλά είναι στον έρωτα. Και η αρχή και το τέλος.

Επέδρασε αυτό πάνω στην ποίησή σας;
Το δικό μου ποιητικό έργο είναι ένα έργο πολλαπλών οραματικών αντιλήψεων και δεν εστιάζεται σ’ ένα μόνο σημείο. Η ποίηση είναι ανεξάντλητη... Φτάνει να υπάρχει η μόρφωση και η αφοσίωση.
[...]
Έχετε περάσει πολλά χρόνια βυθισμένος στη σιωπή. Αυτή η σιωπή πόσο βασανιστική είναι για έναν άνθρωπο που έχει κάτι να πει;
Θα σας πω μια φράση... αλλά είμαι πολύ κουρασμένος αυτή τη στιγμή για να την αναλύσω: Η σιωπή είναι ο δημιουργικότερος παράγοντας της ποίησης και η μέγιστη ηδονή πνευματική που πρέπει να τη ζήσει κανείς μέσα σε πολύωρα διαστήματα για να το καταλάβει...

Έχετε φτάσει ποτέ πολύ κοντά στον θάνατο;
Ναι, το 1946 ήτανε να με καθαρίσουνε οι «Χίτες», αλλά ευτυχώς την τελευταία στιγμή ένας δεξιός φίλος του πατέρα μου τον ειδοποίησε επειγόντως και έφυγα και έτσι ζω από το ’46. Γιατί όπως μου είπαν κατόπιν οι γονείς μου, γύρω στις δώδεκα τη νύχτα της ημέρας εκείνης που ήτανε να με καθαρίσουν, πήγανε στο σπίτι μου, χτύπησαν την πόρτα, με αναζήτησαν, έψαξαν όλο το σπίτι, δεν με βρήκαν και έτσι γλίτωσα. Θα ήμουν σκοτωμένος από το 1946. Δεν είναι θανάσιμο τ’ Ανάπλι; Τώρα που το σκέφτομαι ξέρετε, ανατριχιάζω. Δηλαδή θα είχα δολοφονηθεί στα είκοσί μου χρόνια. Ούτε ποίηση ούτε τίποτα. Είδες, όμως, η μοίρα ήθελε αλλιώς.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ταχυδρόμος, τεύχος 25, 22 Ιουλίου 1989.
Σελίδα 210 από το βιβλίο «Συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου» εκδόσεις Ίκαρος 2002, ISBN 960-7721-80-2

Ο δημοσιογράφος ανάμεσα σε άλλα σημειώνει: Η συζήτησή μας άρχισε με τον διάλογο «τι έχετε, κύριε Καρούζο» - «έχω σοβαρά προβλήματα υγείας» κι έκλεισε μετά από τρεις ώρες με τη δική του φράση «σας ευχαριστώ, με κάνατε να νιώσω ζωντανός, μου το είχε πει κι ο γιατρός να βγαίνω, να έρχομαι σ’ επαφή με τον κόσμο, να μην το βάζω κάτω...».

Essen Hauptbahnhof 16. August 2007

Ο ποιητής πέθανε στην Αθήνα τον επόμενο χρόνο.

Ετικέτες

2 Comments:

Anonymous Ανώνυμος said...

nikoskarouzos.blogspot.com

18/6/08, 7:43 π.μ.  
Blogger delta-kapa said...

Ευχαριστώ για τον σύνδεσμο: http://nikoskarouzos.blogspot.com/

7/7/08, 9:40 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home